Ο Όσιος Γεώργιος ο Καρσλίδης γεννήθηκε το 1901, στην Αργυρούπολη (Γκιουμούς Χανέ) του Πόντου.Από πολύ μικρό παιδί έχασε τους γονείς του κι ανέλαβε να τον προστατέψει η πιστή γιαγιά του. Αυτή του ενέπνευσε την αγάπη προς τη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας.
Σύντομα όμως και η γιαγιά του ανεχώρησε για τον ουρανό. Μόνον ένας μεγαλύτερος αδελφός του έμεινε, που και αυτός τον βασάνιζε και τον τυραννούσε. Έτσι στην ηλικία των 7-8 χρονών έφυγε κρυφά, για να γλιτώσει από την περιφρόνηση και την τυραννία.Αισθάνεται μέσα του βαθιά δίψα για τον Θεό.
Ξεκινά μια χιονισμένη νύχτα λοιπόν μόνος το μεγάλο του ταξίδι με όπλο του την πίστη, έχοντας μαζί του έκτος από την εικόνα της Παναγίας δώρο της γιαγιάς του, ένα σταυρό, ένα θυμιατό και το πιστοποιητικό της γεννήσεως του. Διήνυσε περιπετειώδη πορεία μέσα από δύσβατα μονοπάτια και χιονισμένες εκτάσεις του Καυκάσου. Ο Κύριος τον προστάτευε συνεχώς.
Μια μέρα όπως ήταν μόνος και προσεύχοταν, του παρουσιάστηκε ένας νέος και πανέμορφος καβαλλάρης και τον πήρε μαζί του. Του μίλησε στοργικά, του είπε που θα πάει και τι να κάνει όταν τον αφήσει. Τον πήγε πράγματι πολύ μακριά, στην Τιφλίδα της Γεωργίας. Ο νέος συνοδός του ήταν ο Άγιος Γεώργιος του οποίου το όνομα θα έπαιρνε και θα γινόταν ο προστάτης του… Οδηγείται από την θεία Πρόνοια στην Ιερά Μονή της Ζωοδόχου Πηγής. Ενδύεται το τίμιο του μοναχού ένδυμα στην ηλικία μόλις των εννέα ετών. Κατά την ώρα της κουράς του λέγεται πως οι καμπάνες σήμαιναν μόνες τους. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 χειροτονήθηκε ιερεύς στη Μτσχέτα κι ονομάσθηκε Γεώργιος όπως του είχε προείπει ο άγιος Γεώργιος, που τον είχε δει καβαλάρη στην παιδική του ηλικία. Με το όνομα αυτό θα δοξάσει το Θεό τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Υπέμεινε μεγάλες και φρικτές κακουχίες με ελπίδα στον Θεό.
Όλη η ζωή του κυλά μέσα σ΄ ένα συνεχές θαύμα.Συλλειτουργούσε με αγίους. «Σπάνια λειτουργώ μόνος μου», έλεγε ο Γέροντας .Είχε ιδιαίτερη ευλάβεια στην Παναγία, στον Τίμιο Πρόδρομο και τον άγιο Γεώργιο! Οι εκκλησιαζόμενοι άκουγαν διαφόρους ήχους στο ιερό βήμα από ουράνιους επισκέπτες του. Γονάτιζαν κι έψαλλαν το «Κύριε ελέησον».Ο π. Γεώργιος για να δυναμώνει την πίστη του ποιμνίου του, τους έλεγε ότι αν έχουν πίστη, και στη φωτιά να πέσουν, δε θα καούν γιατί ο Θεός θα τους γλυτώσει.
Μια Κυριακή πρωί, εθεάθη κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, να μην πατάει στη γη αλλά να είναι μετάρσιος.
Οι κακουχίες της φυλακής της Γεωργίας τον είχαν αφήσει ημιπαράλυτο, πολύ αδύναμο και πολλές φορές δυσκολευόταν πολύ να περπατήσει, και σε αυτό τον βοηθούσε συχνά ο άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος. Αγαπούσε τα παιδιά. Ήταν ταπεινός κι αγαπούσε ιδιαίτερα να μιλά για την αγία ταπείνωση. Ζούσε σε μια ιερή μοναξιά. Οι πολλοί των ανθρώπων δεν τον κατανοούσαν και μερικοί μάλιστα τον παρεξηγούσαν. Λίγοι μπορούσαν να καταλάβουν καλά το βάθος της πνευματικότητος του.Ο Θεός τον χαρίτωσε με μεγάλο διορατικό και προορατικό χάρισμα. Προείδε και προείπε το μακάριο τέλος του. Κοιμήθηκε στις 4 Νεομβρίου 1959.
Η μητέρα του κ. Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου, κατοίκου Σίψας, τα χαράματα της 4ης Νοεμβρίου 1959 βγήκε στην αυλή του σπιτιού της για κάποια δουλειά και αντίκρυσε θέαμα εξαίσιο. Φωτεινή στήλη κατέβαινε από τον ουρανό και κατέληγε πίσω από το ιερό βήμα του ναού της Αναλήψεως στο μοναστήρι. Μπήκε συγκινημένη στο σπίτι και είπε στους δικούς της: «ο Γέροντας έφυγε για τον ουρανό».
Μια Κυριακή πρωί, εθεάθη κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, να μην πατάει στη γη αλλά να είναι μετάρσιος.
Οι κακουχίες της φυλακής της Γεωργίας τον είχαν αφήσει ημιπαράλυτο, πολύ αδύναμο και πολλές φορές δυσκολευόταν πολύ να περπατήσει, και σε αυτό τον βοηθούσε συχνά ο άγιος Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος. Αγαπούσε τα παιδιά. Ήταν ταπεινός κι αγαπούσε ιδιαίτερα να μιλά για την αγία ταπείνωση. Ζούσε σε μια ιερή μοναξιά. Οι πολλοί των ανθρώπων δεν τον κατανοούσαν και μερικοί μάλιστα τον παρεξηγούσαν. Λίγοι μπορούσαν να καταλάβουν καλά το βάθος της πνευματικότητος του.Ο Θεός τον χαρίτωσε με μεγάλο διορατικό και προορατικό χάρισμα. Προείδε και προείπε το μακάριο τέλος του. Κοιμήθηκε στις 4 Νεομβρίου 1959.
Η μητέρα του κ. Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου, κατοίκου Σίψας, τα χαράματα της 4ης Νοεμβρίου 1959 βγήκε στην αυλή του σπιτιού της για κάποια δουλειά και αντίκρυσε θέαμα εξαίσιο. Φωτεινή στήλη κατέβαινε από τον ουρανό και κατέληγε πίσω από το ιερό βήμα του ναού της Αναλήψεως στο μοναστήρι. Μπήκε συγκινημένη στο σπίτι και είπε στους δικούς της: «ο Γέροντας έφυγε για τον ουρανό».